- ραδιοχημεία
- ηη χημεία που μελετά τα φαινόμενα που συνδέονται με τη ραδιενέργεια.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ραδιοχημεία — Κλάδος της χημείας, που ασχολείται με τη μελέτη των ραδιενεργών ουσιών. Περιλαμβάνει τους περίπλοκους πυρηνικούς μετασχηματισμούς, τη μεταβολή ενός στοιχείου σε ένα άλλο, καθώς και τη φύση και τις ιδιότητες της ακτινοβολίας που εκπέμπεται. Η ρ.… … Dictionary of Greek
ραδιοχημικός — ή, ό, Ν [ραδιοχημεία] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη ραδιοχημεία … Dictionary of Greek
ραδιοφυσική — η, Ν παλαιός όρος που δήλωνε τον κλάδο τής φυσικής και χημείας το αντικείμενο τού οποίου καλύπτεται σήμερα από την ακτινοχημεία και τη ραδιοχημεία … Dictionary of Greek